«Γιατί δεν πιέζω το ντροπαλό μου παιδί να αγκαλιάσει κάποιον»
Πόσες φορές δεν έχουμε παρακινήσει το νήπιό μας να «δώσει στη θεία ένα φιλάκι», φοβισμένοι ίσως ότι διαφορετικά θα μας θεωρήσουν «ακατάδεχτους»; Η Αμερικανίδα αρθρογράφος Gwendolyn Fiola έχει σοβαρούς λόγους που έχει πάψει να το κάνει.
Προτού μείνω έγκυος σκεφτόμουν ότι δεν θα είχα πρόβλημα να κρατούν οι άλλοι αγκαλιά το παιδί μου. Πίστευα ότι θα ήταν ένα παιδί καλόβολο με όλους, που δεν θα έκανε ντροπές. Μα πόσο αφελής ήμουν, όχι μόνο ως νέα μητέρα αλλά και ως η μητέρα της κόρης που επρόκειτο να αποκτήσω.
Όταν η κόρη μου ήταν 10 εβδομάδων, κάναμε μια μεγάλη οικογενειακή γιορτή. Η μπέμπα μας ήταν αρκετά ανήσυχη κι εγώ την είχα στο μάρσιππο. Μία ακόμα μητέρα ήταν εκεί, της οποίας το τρίτο παιδί ήταν περίπου στην ηλικία της κόρης μου, και τότε άρχισαν να δίνουν και να παίρνουν τα σχόλια του τύπου ότι «ήμουν μια νέα, υπερπροστατευτική μητέρα» και πως «την καλομάθαινα».
Εκείνα τα σχόλια μου προκάλεσαν γέλιο –και με ενόχλησαν λίγο– γιατί όταν λέμε ότι καλομαθαίνουμε, στην πραγματικότητα ακολουθούμε μια πολύ ήρεμη και τρυφερή προσέγγιση ανατροφής των παιδιών μας. Τότε, το μόνο που ήθελα ήταν να βρίσκομαι κοντά στο παιδί μου, το οποίο απολάμβανε να ακουμπάει στο στήθος μου. Είχα σκεφτεί ότι κουβαλώντας τη στο μάρσιππο θα περνούσα καλύτερα και ίσως να κατάφερνα να τσιμπήσω και μια μπουκιά φαγητό.
Αλλά τότε άρχισαν να με βασανίζουν μητρικές ενοχές, η αίσθηση ότι ήμουν μια «κακή μητέρα», ίσως ακόμα και εγωίστρια, που δεν άφηνα τους συγγενείς να πάρουν αγκαλιά το μωρό μου. Έτσι υποχώρησα και έκανα κάτι που δεν ένιωθα: έδωσα το μωρό μου να το κρατήσουν άλλοι, παρόλο που ούτε εκείνη ούτε εγώ το θέλαμε.
Όταν έγινε 5 μηνών, άρχισε να κάνει ντροπές του τύπου «αποφεύγω να σε κοιτάξω στα μάτια», αλλά εγώ συνέχισα να την πιέζω. Μόλις την έδινα σε άλλους για να την κρατήσουν, έβαζε αμέσως τα κλάματα. Την παίρναμε πίσω και την ηρεμούσαμε, αλλά τη στιγμή που χαλάρωνε, κάποιος ξαναπετούσε την τρομακτική ερώτηση: «μπορώ να την πάρω αγκαλιά;».
Δεν ήθελα να τη στερώ από τους αγαπημένους μου, αλλά ούτε να την αναστατώνω. Το κομμάτι του εαυτού μου που θέλει να τους κρατάει όλους ικανοποιημένους έλεγε «ναι», αλλά σταδιακά άρχισα να μην ενδιαφέρομαι για τις ταμπέλες που θα μου έβαζαν οι άλλοι ως μητέρα – αποφάσισα ότι είναι σημαντικότερο για μένα να προσφέρω στο παιδί μου ένα αίσθημα ασφάλειας, κι ας χρειαζόταν να πληγώσω κάποιον.
Στην πορεία, χρειάστηκε να αποδεχτώ κάτι: το παιδί μου είναι εκ φύσεως ντροπαλό. Της παίρνει κάποια ώρα να εξοικειωθεί ακόμα και με κάποιο συγγενή που βλέπει συχνά. Μερικές φορές δεν αφήνει κανέναν άλλο εκτός από τη μαμά και τον μπαμπά να την αγκαλιάσει και όποτε κάποιος παραβιάσει τον προσωπικό της χώρο και την κάνει να αισθανθεί άβολα, ο σύζυγός μου κι εγώ καλούμαστε, μετά, να μαζέψουμε τα κομμάτια ενός αναστατωμένου παιδιού. Δεν είναι αυτό που με ενοχλεί, αλλά το γεγονός ότι κάποιοι δυσκολεύονται να το καταλάβουν και το παίρνουν προσωπικά. Μου δίνουν την εντύπωση πως πιστεύουν ότι δεν τους εμπιστευόμαστε, ότι θέλουμε να τους τη στερήσουμε, κάποιοι μάλιστα φτάνουν σε σημείο να το αποδώσουν στην επιλόχειο κατάθλιψή μου. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει. Απλώς έχουμε αντιληφθεί ποια είναι τα όριά της, πέρα από τα οποία παύει να αισθάνεται άνετα σε δημόσιους χώρους, και δεν θέλουμε να τα παραβιάζουμε.
Έχω σταματήσω να πιέζω το παιδί μου να «γίνει κοινωνικό». Δεν σταματήσαμε ποτέ να προσπαθούμε να κοινωνικοποιήσουμε την κόρη μας, αλλά πλέον δεν μας απασχολεί η γνώμη των άλλων. Έχω σταματήσει να ζητάω συγγνώμη κάθε φορά που βάζει τα κλάματα όταν κάποιος την παίρνει αγκαλιά. Έχω σταματήσει να ζητάω συγγνώμη που την κουβαλάω στην αγκαλιά μου όταν κουράζεται στις βόλτες μας και έχω σταματήσει να επιτρέπω σε άλλους να τη στρεσάρουν εισβάλλοντας στον προσωπικό της χώρο. Το μόνο που κατάφερα στο παρελθόν πιέζοντάς τη ήταν να παρατείνω αυτή τη φάση, που είναι εξαντλητική.
Τώρα, που είναι 18 μηνών, αυτό που έχει ανάγκη να ξέρει η κόρη μου είναι ότι διατηρεί τον έλεγχο του σώματός της. Έχει κάθε δικαίωμα να λέει «όχι» (λεκτικά και μη) σε αγκαλιές και φιλιά και αν κάποιος τη κάνει να νιώσει άβολα, έχει κάθε δικαίωμα να το πει στη μαμά ή στον μπαμπά.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θα ενθαρρύνω την κόρη μου να είναι αγενής και να μην χαιρετάει τους άλλους, ιδιαίτερα τα άτομα της οικογένειας. Δεν σημαίνει ότι δεν παρακινούμε τους άλλους να αλληλεπιδράσουν μαζί της με έναν τρόπο που την κάνει να αισθάνεται άνετα, συνήθως δηλαδή ενώ βρίσκεται στην αγκαλιά της μαμάς ή του μπαμπά. Δεν σημαίνει ότι δεν θέλουμε να μεγαλώσουμε ένα παιδί με κοινωνικές δεξιότητες.
Σημαίνει ότι θέλουμε, ως γονείς, να της διδάξουμε ότι το σώμα της είναι δικό της. Δεν είναι απαραίτητο να φιλήσει ή να αγκαλιάσει κάποιον, αν αυτό είναι η επιλογή της. Μπορεί, αντί γι’ αυτό, να τον χαιρετήσει με ένα «κόλλα το». Δεν χρειάζεται να καθίσει στην αγκαλιά κάποιου αν αυτό την κάνει να νιώθει άβολα. Μπορεί να καθίσει στη δική μας αγκαλιά.
Γελάω με τον εαυτό μου όταν σκέφτομαι πόσο εύκολα πίστευα ότι θα ήταν τα πράγματα προτού αποκτήσω την κόρη μου. Δεν είναι, όμως. Πρέπει να βρεις την ισορροπία ώστε να μεγαλώσεις τρυφερά παιδιά, τα οποία όμως θα βάζουν τα όριά τους. Ώστε να μεγαλώσεις παιδιά μέσα σε μια κοινότητα χωρίς ποτέ να διακυβεύσεις την ανεξαρτησία τους. Δεν θα τη μάθουμε ποτέ να φοβάται τους συγγενείς και τους φίλους, αλλά πρέπει να γνωρίζει ότι δεν είναι υποχρεωμένη να κάνει οτιδήποτε τη φέρνει σε δύσκολη θέση και πως μπορεί να λέει στους γονείς της τα πάντα.
Εύχομαι η κόρη μου να εξελιχθεί σε μια έξυπνη και γεμάτη αυτοπεποίθηση γυναίκα, που θα γνωρίζει την αξία της και θα ξέρει πως ό,τι έχει να κάνει με το σώμα της, είναι δική της επιλογή.