«Από τότε που έγινα μητέρα, προσπαθώ να βλέπω το καλό στους άλλους για χάρη των παιδιών μου»
Όταν η μητρότητα δεν μαλακώνει μόνο τους κοιλιακούς σου, αλλά και τον τρόπο που βλέπεις τη ζωή. Για μια τέτοια διαδρομή, εσωτερικής ομορφιάς, γράφει η Jennifer Batchelor στο πολύ ενδιαφέρον ιστολόγιο Coffee + Crumbs.
Ήμουν μόλις 20 όταν άρχισα να βγαίνω με τον Jon. Τότε, ήμουν ηλιοκαμένη. Και λεπτή. Είχα και το χρόνο και το κίνητρο να γυμναστώ. Το συρτάρι των εσωρούχων που δεν περιείχε κορσέδες, και τοποθετούσα τα σουτιέν με ενίσχυση στην κατηγορία «πλαστές ανάγκες». Φυσικά, τότε δεν θεωρούσα ότι συγκέντρωνα όλα τα αντρικά βλέμματα: περνούσα ώρες μπροστά σε έναν καθρέφτη, απαριθμώντας τις ατέλειές μου. Μια πολύ μεγάλη μύτη, μαλλιά ατίθασα, ένα στομάχι όχι ακριβώς επίπεδο, όσους κοιλιακούς κι αν έκανα. Αυτοί ήταν οι αγαπημένοι στόχοι μου, αν και η λίστα μου ήταν πολύ μεγαλύτερη.
Σε τέσσερις μέρες θα γίνω 34. Τα τελευταία έξι χρόνια έκανα δύο παιδιά και δύο καισαρικές. Πλέον είμαι χλωμή, ακόμα και το καλοκαίρι. Θεωρητικά θα μπορούσα να βρω το χρόνο να γυμναστώ, αλλά μου λείπει το κίνητρο. Το συρτάρι των εσωρούχων μου περιέχει μια μικρή συλλογή από κορσέδες και ξέρω ότι το σωστό σουτιέν με τη σωστή ενίσχυση είναι τα πάντα.
Δεν έχω πια τη συνήθεια να παρατηρώ τον εαυτό μου στον καθρέφτη για να ξεχωρίσω τις ατέλειές μου. Απλά, είναι πάρα πολλές: θα έπρεπε να ξοδέψω όλη τη μέρα για να το κάνω. Όποτε ρίχνω κλεφτές ματιές στον καθρέφτη, βλέπω ρυτίδες και ραγάδες. Αν πάρω μια βαθιά ανάσα και κοιταχτώ ολόκληρη στον καθρέφτη, βλέπω τα αποτελέσματα του θηλασμού και της βαρύτητας – ένα σώμα σημαδεμένο από την ανατροφή δύο παιδιών, μαύρους κύκλους και γκριζαρισμένα μαλλιά.
Παρά τον αντικατοπτρισμό μου στον καθρέφτη, ο Jon μου ψιθυρίζει σχεδόν καθημερινά στο αυτί ότι είμαι όμορφη. Τον ευχαριστώ, αλλά από μέσα μου αναρωτιέμαι μήπως είναι τυφλός. Βλέπω φωτογραφίες από τα πρώτα χρόνια της σχέσης και σχεδόν τρέμω. Εγώ στα είκοσι δύο μου; Αν κάποιος μισοκλείσει τα μάτια του, θα μπορούσε να πει ότι αυτό το κορίτσι ήταν όμορφο. Αλλά όχι στα τριάντα τέσσερά μου. Έχω αλλάξει πολύ.
Ο σύζυγός μου θα απαντούσε ότι αυτό είναι το ζητούμενο.
Για πολύ καιρό, υπήρχε μια σκληρή πλευρά του εαυτού μου. Οι λέξεις μου πλήγωναν σαν βέλη. Τις εκτόξευα στους στόχους μου, προσπαθώντας να τους πληγώσω εκεί που πονούσε περισσότερο. Ανάπτυξα αυτή την ικανότητα για λόγους επιβίωσης. Δεν ήμουν ιδιαίτερα δημοφιλής στην εφηβεία, έτσι οι λέξεις και οι πράξεις κάποιων συμμαθητών μου ενεργοποίησαν τα χειρότερά μου ένστικτα. Ήμουν αντιδραστική, αρνητική και αμυντική, αμφισβητώντας τα κίνητρα σχεδόν όλων και απωθώντας όποιον προσπαθούσε να με πλησιάσει. Δεν έκαναν πολλοί τον κόπο.
Μέχρι που γνώρισα τον Jon. Ήταν θερμός, γοητευτικός και όμορφος. Του άρεσα. Μου άρεσε. Και για πρώτη φορά στη ζωή μου, ήθελα να μαλακώσω.
Δεν ήξερα πώς να το κάνω, ωστόσο, έτσι δεν ήμουν πάντα καλή σε αυτό. Στην πάροδο των χρόνων πλήγωσα πολλές φορές τον Jon με τα λόγια μου, με τον τόνο της φωνής μου, με τη σκληρότητά μου. Υπήρξα δύσκολη και ανυποχώρητη. Παρ’ όλα αυτά εκείνος με αγάπησε και μαλάκωσε υπομονετικά τα πιο σκληρά σημεία μου, αλλά πάντα είχα σε κοντινή απόσταση τα όπλα μου. Το ένστικτό μου να υπερασπιστώ τον εαυτό μου με κάθε κόστος ακόμα παραμόνευε κάτω από την επιφάνεια.
Παντρευτήκαμε. Κάναμε μωρό. Με θυμάμαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι του μαιευτηρίου, τη μέρα που γεννήθηκε ο γιος μου, να μου τον φέρει η μαία. Λαχταρούσα να τον πάρω αγκαλιά – περίμενα μήνες για αυτή τη στιγμή, αλλά συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να του κάνω χώρο. Δεν μπορούσα να κρατάω και τα όπλα μου και το γιο μου ταυτόχρονα.
«Κράτησέ τον ζεστό», μου είπε η νοσοκόμα. «Αν πέσει η θερμοκρασία του σώματός του, πρέπει να τον πάρουμε και να το βάλουμε για λίγο στη θερμοκοιτίδα».
Χαμογέλασε. Με εμπιστεύτηκε για να τον προστατεύσω. Χωρίς δισταγμό, άφησα κάτω τα βέλη μου. Το σώμα μου χαλάρωσε. Σήκωσα τα χέρια μου που έτρεμαν για να αγκαλιάσω το γιο μου. Τον σκέπασα με την κουβέρτα, πιέζοντας το μάγουλό του στο στήθος μου.
Ό,τι είχε απομείνει από τη σκληρή μου πλευρά έλιωσε σε εκείνο το δωμάτιο του μαιευτηρίου. Μείναμε εκεί ξαπλωμένοι για ώρες, ο γιος μου και εγώ. Εκείνος με ήθελε να του προσφέρω ασφάλεια, ζεστασιά και θαλπωρή, αυτό λοιπόν θα έκανα. Κοιτώντας τον στο πρόσωπο, συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα πια να είμαι διαρκώς σε ετοιμότητα για μάχη. Ο Jon δεν ήταν ανυπεράσπιστος, αλλά ήταν αυτό το μωρό. Ο σύζυγός μου είχε αρχίσει το έργο που ολοκλήρωσε ο γιος μου: απεγνωσμένη να μην τον πληγώσω, επιτέλους έβαλα σε προτεραιότητα κάτι άλλο πέρα από την αυτοσυντήρησή μου. Έγινα μητέρα.
Εκείνη τη στιγμή, πίστεψα ότι ήμουν όμορφη.
Η μητρότητα σε έχει μαλακώσει πολύ, παρατήρησε, μισοαστεία μισοσοβαρά, μετά από λίγο καιρό ένας φίλος που γνώριζα για δύο δεκαετίες.
Έχει δίκιο. Η κοιλιά μου είναι πιο μαλακή, από το ψήσιμο μπισκότο και τα ντόνατς που έχω φάει και το γεγονός ότι περνάω περισσότερο χρόνο στην κουζίνα παρά στο διάδρομο γυμναστικής. Η έκφραση του προσώπου μου είναι πιο μαλακή, από μάτια που μοιάζουν μονίμως κουρασμένα, αφού εδώ και χρόνια κομίζω μωρά και καθησυχάσω άρρωστα παιδιά που ξυπνούν στη μέση της νύχτας (πάντα στη μέση της νύχτας). Το στόμα μου είναι πιο μαλακό, σημαδεμένο με γραμμές μετά από χρόνια αυθεντικού, κελαρυστού, ξεκαρδιστικού γέλιου.
Ο φίλος μου δεν εννοούσε αυτό όμως. Αλλά ότι και η καρδιά μου έχει μαλακώσει. Δεν βλέπω πια τον κόσμο σαν ένα μέρος που προσπαθεί να με πληγώσει, έτοιμη να του καταφέρω εγώ το πρώτο χτύπημα. Στο παρελθόν το είχα εύκολο να ξεσπάω στους άλλους ή να τους κρίνω για τα λάθη μου, αλλά τώρα θέλω τα παιδιά μου να βλέπουν το εγγενές καλό στους άλλους, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να το αναζητήσω πρώτα εγώ.
Χωρίς τα όπλα μου, είμαι πιο ευάλωτη. Δεν μπορώ πλέον να προστατέψω τον εαυτό μου, γιατί δεν ανήκω στον εαυτό μου. Η μητρότητα έβγαλε την καρδιά μου έξω από το σώμα μου. Αυτό σημαίνει περισσότερες πληγές, περισσότερος πόνος, περισσότερος κίνδυνος. Σημαίνει όμως και μεγαλύτερη αγάπη και νόημα από ό,τι θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ. Εκεί βρίσκω την ομορφιά μας: όχι στην τελειότητά μας, αλλά στην ανθρωπιά μας.
Το σώμα μου προδίδει την κούραση και την πίεση της μητρότητας, αλλά το ίδιο και η καρδιά μου.
Ίσως τελικά δεν είναι ο Jon τυφλός απέναντι στις ατέλειές μου. Ίσως εγώ δεν μπορώ να δω.