Μουτζούρα ή ζωγραφιά;
«Μαμά σου αρέσει η ζωγραφιά μου;» ρωτάει η μικρή τετράχρονη Κατερίνα τη μαμά της περιμένοντας με αγωνία…
«Μαμά σου αρέσει η ζωγραφιά μου;» ρωτάει η μικρή τετράχρονη Κατερίνα τη μαμά της περιμένοντας με αγωνία την απάντησή της. Η μαμά ρίχνει μια γρήγορη ματιά στη ζωγραφιά της Κατερίνας και απαντάει βιαστικά. Ωραία είναι αλλά μήπως πρέπει να σταματήσεις πια αυτές τις μουτζούρες και να κάνεις μια αληθινή ζωγραφιά; Η μαμά αγωνιά για τις συνεχείς μουτζούρες της κόρης της και η μικρή Κατερίνα απογοητεύτηκε για άλλη μια φορά γιατί η μαμά «δεν κατάλαβε» ότι ζωγράφισε «το δρόμο για την παιδική χαρά». Οι παιδικές «μουτζούρες» δεν είναι ποτέ κάτι τυχαίο.
Τα πολύ μικρά παιδιά ξεκινούν το ταξίδι τους πάνω στο χαρτί με απλές, μη ελεγχόμενες μουτζούρες αρχικά, δοκιμάζοντας τα χρώματα αλλά και τη δεξιότητα στα χέρια τους. Ενθουσιάζονται με το αποτέλεσμα και συνεχίζουν τις γραμμές που σταδιακά αρχίζουν να τις ελέγχουν και να τις βαφτίζουν: «Έφτιαξα ένα δένδρο, ένα δρόμο, τη μαμά μου, το σπίτι μου». Τα παιδιά σ’ αυτήν την ηλικία δεν «αναπαριστούν» αυτά που βλέπουν δεν έχουν εξασκηθεί να το κάνουν άλλωστε, αλλά μόνο τα «συμβολίζουν».
Η εξέλιξη του παιδικού σχεδίου εξαρτάται από τα πολιτιστικά και πολιτισμικά στοιχεία και ερεθίσματα που δέχεται το παιδί, αλλά και από τη νοητική του ικανότητα να μπορεί να τα δεχθεί. Έτσι πολύ συχνά, ένα παιδικό σχέδιο μπορεί να οδηγήσει τους ειδικούς και τους ψυχολόγους στην έρευνά τους για το στάδιο της νοητικής κατάστασης ενός παιδιού.
Επίσης, όταν τα παιδιά δέχονται πιέσεις από το οικογενειακό αλλά και το σχολικό περιβάλλον είτε ζουν έντονες καταστάσεις, αυτό μπορεί να επηρεάσει άμεσα και αρνητικά το σχέδιό τους γιατί η ζωγραφική είναι η καλύτερη έκφραση των συναισθημάτων τους. Τα παιδιά δεν μπορούν εύκολα να εκφράσουν λεκτικά τα συναισθήματά τους. Σπάνια θα ακούσουμε ένα παιδί να λέει: «Είμαι πολύ θυμωμένος (η) γιατί…» ή «Είμαι πολύ χαρούμενος (η) γιατί…». Το βλέπουμε μόνο στις αντιδράσεις τους, στον εκνευρισμό τους, στο γέλιο ή το κλάμα τους. Η ζωγραφική μπορεί να καταγράψει κάθε τους εσωτερικό πόνο ή χαρά.
Δεν απογοητεύουμε ποτέ ένα παιδί γιατί δε «ζωγράφισε σωστά» ή γιατί έβαλε μπλε χρώμα στον ήλιο ή έβαψε πορτοκαλί τα μαλλιά της μαμάς.
Πιθανόν να τα επέλεξε τυχαία, ίσως και να μην είχε άλλα χρώματα εκείνη τη στιγμή. Εμείς οφείλουμε να τα αφήνουμε να εκφράζονται ελεύθερα για να νιώσουν έτσι σιγουριά, ηρεμία και αυτοπεποίθηση. Έτσι δε θα έχουν ποτέ αναστολές όταν θέλουν να «μας πουν κάτι».
Μαρία Σπύρου, Νηπιαγωγός