Τα παιδιά σας δεν θέλουν να πάνε κατασκήνωση: πώς το αντιμετωπίζετε;
Θεωρείτε ότι αυτή η εμπειρία θα τα ωφελήσει – προσφέροντας, ταυτόχρονα, σε εσάς μια λύση φύλαξης για την περίοδο που τα σχολεία είναι κλειστά; Διαβάστε τι συμβουλεύει ο ψυχίατρος-παιδοψυχίατρος και ψυχαναλυτής Αθανάσιος Αλεξανδρίδης.
Οι δικές σας παιδικές αναμνήσεις από καλοκαιρινές κατασκηνώσεις είναι γεμάτες νοσταλγία. Όταν όμως προτείνετε στα παιδιά σας να ζήσουν αυτή την εμπειρία, δεν θέλουν με τίποτα. Αλλά εσείς επιμένετε, γιατί θεωρείτε την κατασκήνωση ωφέλιμη για όλη την οικογένεια: μια εμπειρία που θα εφοδιάσει τα παιδιά σας με πολύτιμες πρακτικές και κοινωνικές δεξιότητες, ενώ ταυτόχρονα θα σας προσφέρει μια οικονομική λύση φύλαξης για την περίοδο που τα σχολεία είναι κλειστά. Πώς το χειρίζεστε;
Ο λεγόμενος «φόβος της κατασκήνωσης» είναι ένα από τα θέματα που θίγει το καινούριο βιβλίο «Παιδικοί φόβοι» (εκδ. Ίκαρος) του ψυχιάτρου-παιδοψυχιάτρου και ψυχαναλυτή Αθανάσιου Αλεξανδρίδη, το δεύτερο της σειράς «Σχολή ανήσυχων γονιών». Προέκυψε, όπως και το πρώτο («Παιδικοί έρωτες»), από μαγνητοφωνημένες βραδινές συζητήσεις του συγγραφέα με μια ομάδα γονέων. Οι αφηγήσεις, άλλοτε συγκινητικές, άλλοτε κωμικοτραγικές, βρίσκουν στο τέλος ανακούφιση χάρη στη σωκρατική μαιευτική ειρωνεία, εαυτού και αλλήλων, και λύση χάρη στην οργάνωσή τους από τον ψυχαναλυτικό λόγο.
Τα παρακάτω αποσπάσματα, για το «φόβο της κατασκήνωσης», εστιάζουν σε μερικά σημεία του διαλόγου ανάμεσα στον ειδικό-συγγραφέα και στους γονείς, ωστόσο διαβάζοντας το βιβλίο θα έχετε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το φόβο της κατασκήνωσης – και για τους παιδικούς φόβους γενικά:
«Αθανάσιος Αλεξανδρίδης: Η κατασκήνωση: κλασικό θέμα προσδοκιών και φόβων, χώρος δοκιμών και δοκιμασιών. Ας μπούμε κατευθείαν στο ψητό!
Π: Εμείς θέλουμε να πάνε τα παιδιά, αλλά αυτά δεν θέλουν!
Μ: Θέλουν και τα παιδιά. Η κόρη μας τη μια χρονιά ήθελε να πάει και το έκανε, αλλά τη δεύτερη χρονιά ζορίστηκε.
Α: Πόσων χρονών είναι το παιδί; Σε ποιο μέρος πήγε και για πόσο διάστημα;
Μ: Είναι οκτώ χρονών. Πήγε αρκετά μακριά, στην Ηλεία, για δέκα μέρες. Την πρώτη χρονιά ζορίστηκε μόνο τις δύο πρώτες μέρες. Την επόμενη χρονιά, αν και ήξερε πού θα πήγαινε, ζορίστηκε πάρα πολύ. Της άρεσε που θα είχαν εκεί το άθλημα με το οποίο ασχολείται, αλλά ζορίστηκε αρκετά.
Π: Γυρίζοντας, δήλωσε ότι δεν ήθελε να ξαναπάει. Γενικά, τα παιδιά δεν θέλουν να φεύγουν από το σπίτι.
[…]Α: Λοιπόν, κατ’ αρχάς έχω την αίσθηση ότι τα παιδιά είναι τόσο κουρασμένα από το σχολείο –και από όλες τις άλλες δραστηριότητες– ώστε πολλά από αυτά για ένα μεγάλο μέρος των καλοκαιρινών αλλά και των χριστουγεννιάτικων ή πασχαλινών διακοπών δεν θέλουν να κάνουν τίποτα, απλώς να κάθονται στο σπίτι. Αυτό, βέβαια, γεννά μια σειρά από προβλήματα, με βασικότερο το ποιος θα κρατήσει τα παιδιά για να μείνουν και οι γονείς λίγο μόνοι, […] να ιδωθούν με την ησυχία τους, να βγουν, να πάνε καμιά βόλτα. Είναι κάτι που πρέπει να το καταλάβουμε: πολλά παιδιά επιθυμούν να μην πάνε κατασκήνωση, όπως επιθυμούν και να μην κάνουν τίποτα – ή να κάνουν αυτά που εμείς θεωρούμε τίποτα…
Μ: Θα σας διακόψω λιγάκι. Τα δικά μας παιδιά πηγαίνουν το καλοκαίρι σε ημερήσια προγράμματα άλλων σχολείων. Περνούν καλά και το ζητάνε. Δεν θέλουν όμως να πάνε σε κατασκήνωση. Το θέμα είναι η διανυκτέρευση.
Α: Είναι πολύ καλό να πηγαίνουν τα παιδιά στην κατασκήνωση. Το θέμα όμως είναι σε ποια ηλικία πηγαίνουν τα παιδιά στην κατασκήνωση και πόσο προετοιμασμένα είναι για αυτό. Στο παράδειγμα με τον προσκοπισμό [σ.σ.: παραπάνω ο ένας γονιός αναφέρει ότι μικρός ήταν πρόσκοπος] τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Ένα λυκόπουλο επτά χρονών πηγαίνει για κατασκήνωση επί δεκαπέντε μέρες μακριά από το σπίτι του, και μάλιστα σε μια εποχή που δεν μπορεί να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τους γονείς του, αλλά πηγαίνει με την ίδια ομάδα που γνωρίζει από τον προσκοπισμό. Οι δεσμοί μεταξύ των μελών αυτής της ομάδας είναι πολύ ισχυροί, υπάρχουν πολλές ηλικίες, και η δομή της παραμένει η ίδια –για παράδειγμα, ο ομαδάρχης, ο αρχηγός–, απλώς μεταφέρεται σε έναν άλλο χώρο, στην κατασκήνωση. Το να πάω όμως σε έναν άλλο χώρο μαζί με την ομάδα μου και με προετοιμασμένες δραστηριότητες είναι τελείως διαφορετικό από το να πάω σε ένα μέρος άγνωστο, με όλα τα παιδιά άγνωστα, άντε μαζί με κανέναν φίλο ή συμμαθητή μου.
[…]Τα ημερήσια προγράμματα των σχολείων είναι ένας τρόπος εξοικείωσης των παιδιών με ένα πλαίσιο που μοιάζει με κατασκήνωση. Συγχρόνως έχουν την ασφάλεια της καθημερινής επιστροφής στο σπίτι για να ησυχάζουν αυτά ή οι γονείς τους.
Εγώ θα έλεγα ότι ένα παιδί θα έπρεπε να ξεκινήσει κάπως έτσι. Μια άλλη ιδέα θα ήταν να έκανε το σχολείο των παιδιών –ή ένας αθλητικός ή πολιτιστικός σύλλογος όπου πηγαίνουν– μικρές εκδρομές, ώστε τα παιδιά να δοκιμάζουν το “λίγες μέρες μακριά από το σπίτι” με άλλα παιδιά, που τα ξέρουν όμως – έχει τεράστια σημασία αυτό.
Καλό είναι, λοιπόν, να πάει το παιδί στην κατασκήνωση με μια ομάδα –μόνο του είναι πολύ πιο ευάλωτο– και οι γονείς να λάβουν υπόψη τους την ηλικία του σε σχέση με το διάστημα που θα μείνει εκεί, όπως και τη δυνατότητα επικοινωνίας του μαζί τους. Οι θεματικές κατασκηνώσεις ίσως παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τα παιδιά που έχουν μεγαλώσει κάπως και έχουν επενδύσει στο συγκεκριμένο αντικείμενο που προσφέρει η κατασκήνωση – για παράδειγμα, στο μπάσκετ. Αλλιώς, οι κατασκηνώσεις θα πρέπει να προσφέρουν ένα πρόγραμμα λίγο αθλητικό και λίγο ψυχαγωγικό, ώστε να μπορούν όλα τα παιδιά κάπου να πατήσουν.
[…]Κατά τη γνώμη μου, θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον –εφόσον μπορείτε να το κάνετε– να πηγαίνετε το παιδί σας στο σπίτι ενός φίλου κατά τη διάρκεια των διακοπών, ή και το αντίστροφο. Οι διακοπές στο σπίτι μιας φιλικής οικογένειας ή η ανταλλαγή φιλοξενίας παιδιών στις διακοπές –καλοκαιρινές, Χριστουγέννων ή Πάσχα–, σε γιορτές ή τα Σαββατοκύριακα θα έδιναν και σ’ εσάς τους γονείς την ευκαιρία να βρεθείτε μόνοι και να ξεκουραστείτε – αφού πρώτα θα το έχετε οργανώσει σωστά με την άλλη οικογένεια».
Και τι γίνεται αν το παιδί πάει –φαινομενικά τουλάχιστον– με προθυμία στην κατασκήνωση αλλά παρουσιάσει προβλήματα στη διάρκεια της παραμονής του εκεί; Υπάρχει τέτοιος κίνδυνος; Τι σχολιάζει ο ειδικός στο βιβλίο;
«Ξέρω παιδιά που πήγαν στην κατασκήνωση, έμειναν εκεί για δεκαπέντε μέρες και δεν πήγαν στην τουαλέτα για όλο αυτό το διάστημα. Γύρισαν με τέτοια δυσκοιλιότητα, που οι γονείς τους τα πήγαν στο νοσοκομείο για να μπορέσουν να αφοδεύσουν. Επίσης, παρατηρούνται ανορεξίες, άγχη, και διάφορα άλλα.
Πάντως τα παιδιά που είναι ανέτοιμα να πάνε στην κατασκήνωση αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα και κάνουν ένα είδος απόσυρσης. Οι γονείς πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί. Μπορεί ένα παιδί να πήγε στην κατασκήνωση σε μικρή ηλικία και να του άρεσε, αλλά σε μεγαλύτερη ηλικία να μην ήθελε να πάει. Πρέπει να είμαστε ανοιχτοί και σε ενδεχόμενες αλλαγές από τη μεριά των παιδιών».