Υγεία ναι, «εις υγείαν…» όχι
Αλκοόλ κι εγκυμοσύνη δεν πάνε μαζί
Οι έγκυες γυναίκες συνιστάται να μείνουν μακριά από το αλκοόλ. Σύμφωνα με νέα μελέτη, η κατανάλωση μέτριου έως υψηλού επιπέδου αλκοόλ μπορεί να μεταβάλει το DNA των μωρών τους.
Τα ευρήματα μιας νέας έρευνας μπορούν να διευκολύνουν τον έλεγχο των παιδιών ως προς την προγεννητική έκθεση σε αλκοόλ και την έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση που μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της ζωής τους, δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Alcoholism: Clinical and Experimental Research.
Μία προηγούμενη μελέτη που πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο Rutgers διαπίστωσε ότι η κατάχρηση και η βαριά κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να προκαλέσουν μακροχρόνια γενετική αλλαγή στους ενήλικες.
Σε αυτή τη μελέτη, οι ερευνητές βρήκαν αλλαγές σε δύο γονίδια –το POMC, το οποίο ρυθμίζει το σύστημα απόκρισης στο άγχος, και το PER2, το οποίο επηρεάζει το βιολογικό ρολόι του σώματος– σε γυναίκες που έπιναν μέτρια έως υψηλά επίπεδα αλκοόλ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και σε παιδιά που είχαν εκτεθεί σε αυτά τα επίπεδα αλκοόλ στη μήτρα.
Η βαριά κατανάλωση αλκοόλ περιγράφεται ως τέσσερα ή περισσότερα ποτά τουλάχιστον πέντε φορές σε ένα μήνα, ενώ η μέτρια κατανάλωση σε γυναίκες είναι περίπου τρία ποτά ανά περίσταση.
Οι διαταραχές από προγεννητική έκθεση στο αλκοόλ μπορεί να περιλαμβάνουν σωματικές ή διανοητικές αναπηρίες καθώς και προβλήματα συμπεριφοράς και μάθησης. Παρόλο που δεν υπάρχει θεραπεία, οι υπηρεσίες θεραπείας πρώιμης παρέμβασης μπορούν να βελτιώσουν την ανάπτυξη ενός παιδιού, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ.
Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι τα βρέφη που εκτέθηκαν σε αλκοόλ ενώ ήταν στη μήτρα –που διέρχεται από το αίμα της μητέρας μέσω του ομφάλιου λώρου– είχαν αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης, μια δυνητικά επιβλαβή ορμόνη του στρες που μπορεί να καταστείλει το ανοσοποιητικό σύστημα και να οδηγήσει σε συνεχιζόμενα προβλήματα υγείας.