Η προστασία του παιδιού από το bullying αρχίζει από τη νηπιακή ηλικία
Ποια είναι η σχέση της εκπαίδευσης τουαλέτας ενός νηπίου με τη μελλοντική προφύλαξή του από τους «νταήδες» του σχολείου και του διαδικτύου; Την απάντηση δίνουν ο τ. διευθυντής Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Μάνος Σφακιανάκης και η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Βέρα Αθανασίου.
Από τους 18 μήνες και μετά, οι γονείς μπαίνουμε στη διαδικασία εκπαίδευσης σφιγκτήρων ενός νηπίου ή κοινώς εκπαίδευσης τουαλέτας. Σε αυτή την αποστολή, όπως και σε κάθε αποστολή εκπαίδευσης ενός νηπιού, θα κληθούμε να βρούμε τη χρυσή τομή ανάμεσα στην αυστηρότητα και την ελαστικότητα.
Όπως γράφουν η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια, PhD, MSc, Βέρα Αθανασίου και ο τ. διευθυντής Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Μάνος Σφακιανάκης στο καινούριο βιβλίο «Γονείς, παιδί και διαδίκτυο» (εκδ. Ψυχογιός):
«Αν είσαι ιδιαιτέρως αυστηρή, το παιδί θα αναγκαστεί μεν να υποκύψει στους κανόνες που του θέτεις, αλλά η πάση θυσία συγκράτηση των σφιγκτήρων του κατά πάσα πιθανότητα θα επεκταθεί και στην υπόλοιπη συμπεριφορά του». Η προσωπικότητά του θα εξελιχθεί με γνώμονες την εγκράτεια, τον καθωσπρεπισμό, τη συμμόρφωση στα «πρέπει» και τους κανόνες. «Θα γίνει υπάκουο παιδί, αλλά θα νιώθει καταπιεσμένο».
«Αν πάλι είσαι ιδιαιτέρως ελαστική, το παιδί θα μάθει ότι μπορεί να σου επιβάλλεται. Θα ακολουθεί τις απολαύσεις, τις ανάγκες και τα ένστικτά του, θα κλαίει δυνατά και θα διαμαρτύρεται εντονότατα όταν δε γίνεται αυτό που θέλει, μέχρι που τελικά θα καταφέρνει να περάσει το δικό του. Φαινομενικά θα χαίρεται, όμως η χαρά του θα διαρκεί για λίγο και, πολύ γρήγορα, θα ζητά κάτι άλλο. Θα μοιάζει στο σπίτι του εξουσιαστής».
Χονδρικά λοιπόν, η υπερβολική ελαστικότητα μπορεί να κάνει το παιδί «εξουσιαστή», που στρέφει την επιθετικότητα στους άλλους. Η υπερβολική αυστηρότητα από την άλλη μπορεί να το κάνει «υπάκουο», που στρέφει την επιθετικότητα στον εαυτό του. Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τον εκφοβισμό, το σχολικό και διαδικτυακό bullying;
Μεγαλώνοντας, ο εξουσιαστής βρίσκει έναν υπάκουο να εκφοβίζει και ο υπάκουος έναν εξουσιαστή να τον εκφοβίζει. Επομένως, «σε αυτήν ακριβώς τη φάση των δύο τριών χρόνων ζωής μπορούν να δημιουργηθούν ψήγματα θυματοποίησης, τα οποία, αν δεν διορθωθούν στην πορεία, εξελίσσονται σε εγκατεστημένους ρόλους. Κάποιος μπαίνει στο ρόλο του θύματος και κάποιος αναλαμβάνει το ρόλο του θύτη», σχολιάζουν οι συγγραφείς.
Στη νηπιακή ηλικία των δύο-τριών ετών το παιδί μας δεν κινδυνεύει ακόμα από το σχολικό και διαδικτυακό εκφοβισμό. Τότε όμως μπορούμε να βάλουμε τα θεμέλια για την πρόληψή του. «Η επίτευξή της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη σχέση μεταξύ μητέρας-παιδιού», εξηγούν οι ίδιοι ειδικοί. «Αν το παιδί αισθανθεί ότι το καταλαβαίνεις, ότι το συγχωρείς, το αγαπάς, το νουθετείς, δεν το επικρίνεις, δεν το τιμωρείς άδικα, το οριοθετείς με δικαιοσύνη, δεν μεροληπτείς εις βάρος του αλλά και κανενός άλλου, το αποδέχεσαι, το εκτιμάς, συζητάς μαζί του, το θαυμάζεις, δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς. Ούτε κι εκείνο, φυσικά. Τώρα και πάντα!».
Ωραία όλα αυτά, αλλά πώς μπορούμε να τα καταφέρουμε στην πράξη; Οι συγγραφείς δίνουν τις παρακάτω συμβουλές:
-Άρνηση ενίοτε σημαίνει αισιοδοξία. «Ως μητέρα, λαχταράς να ικανοποιήσεις την παραμικρή επιθυμία του παιδιού σου για να του δείξεις την αγάπη σου. Κάποιες φορές, όμως, αναγκάζεσαι να αρνηθείς γιατί απλώς δεν έχεις εναλλακτική. Λες “όχι” και μετά το μετανιώνεις δέκα φορές. Μην το παίρνεις βαριά. Το παιδί χρειάζεται να ματαιωθεί. Γιατί, πέρα από τους λόγους που έχουν ήδη αναφερθεί, το “όχι” μπορεί να αποτελέσει ένα μάθημα αισιοδοξίας, δείχνοντας στο παιδί ότι δε χάθηκε ο κόσμος αν κάτι πάει στραβά».
-Το μάλωμα χρειάζεται πού και πού. «Όταν μαλώνεις το παιδί δικαιολογημένα, επειδή είχε κάποια κακή συμπεριφορά, τότε δεν του καλλιεργείται το αίσθημα της ενοχής, καθώς αισθάνεται ότι έχει “ξεπληρώσει το χρέος του”. Μεγαλώνοντας, λοιπόν, καταλαβαίνει ότι οι ατυχείς ή παρεκκλίνουσες πράξεις είτε πληρώνονται είτε διορθώνονται».
-Μη σπαταλάς το «όχι» σου άδικα. «Μην ξοδεύεις το “όχι” σου εκεί που δεν μπορείς να το τηρήσεις. Γιατί έτσι το παιδί μαθαίνει ότι με τη διαμαρτυρία και το κλάμα του μπορεί να κάνει τα πάντα».
-Βεβαιώσου ότι τα όρια μπορούν να τηρηθούν. «Πριν από το ξεκίνημα της αγωγής τουαλέτας, είναι σκόπιμο να διερευνηθεί αν το παιδί είναι βιολογικά έτοιμο να αντεπεξέλθει στον έλεγχο των σφιγκτήρων του. Τυπικά, το νευρικό σύστημα είναι αρκετά ώριμο για αυτό τον σκοπό από τους 18 μήνες και λίγο αργότερα. Σε περίπτωση που η εκπαίδευση ξεκινήσει νωρίτερα, το παιδί δε θα μπορεί να ανταποκριθεί, με αποτέλεσμα να του δημιουργείται απογοήτευση, θυμός, και να πλήττεται η αυτοεκτίμησή του».
-Κάθε παιδί είναι ξεχωριστό, αντιμετώπισέ το ως τέτοιο. «Η μοναδικότητα κάθε παιδιού δεν αφορά αποκλειστικά στην προσωπικότητα αλλά σχετίζεται με τους βιολογικούς και ψυχολογικούς ρυθμούς του, οι οποίοι δεν πρέπει να παραβλέπονται». Δεν ωφελούν λοιπόν οι συγκρίσεις με άλλα παιδιά, όπως λέει η κλινική εμπειρία, αφού κάθε παιδί είναι μοναδικό.
-Η χρήση των ψηφιακών μέσων πρέπει να γίνεται με φειδώ. Στα δύο με τρία χρόνια «το παιδί σαγηνεύεται από τις εναλλασσόμενες εικόνες, οι οποίες εύκολα τραβούν την προσοχή του όταν προβάλλονται μπροστά του. Οπότε, σίγουρα η επαφή μαζί τους θα του φανεί δελεαστική. Ωστόσο, για λόγους αισθητηριακής υπερφόρτισης θα ήταν καλό να αποφεύγεται όσο γίνεται. Μισή ώρα την ημέρα στο σύνολο είναι παραπάνω από αρκετή για να παρακολουθήσει το παιδί το αγαπημένο του βίντεο στην τηλεόραση ή τον υπολογιστή».