Τι σημαίνει άδολη και απεριόριστη αγάπη και πώς την προσφέρουμε στα παιδιά
Τα «σε αγαπάω παντού και πάντα…» από τη θεωρία στην πράξη
Το να αγαπάμε το παιδί και να του το δείχνουμε όταν είναι ήρεμο και γαλήνιο. Όταν είναι καθαρό και περιποιημένο. Όταν ακούει και κάνει αμέσως ό,τι του ζητάμε. Όταν είναι ευγενικό και καλότροπο. Όταν ξέρει να υποχωρεί και δεν ξεσπάει όταν δεν περνάει το δικό του. Όταν δεν πετάει κάτω με νεύρα τα παιχνίδια του. Όταν μοιράζεται τα παιχνίδια του χωρίς γκρίνια.
Όταν τα πάει καλά στο σχολείο και φέρεται ωραία στους δασκάλους/συμμαθητές του. Όταν επιδεικνύει τα ταλέντα και τις δεξιότητές του. Όταν ακούμε από τους άλλους επαινετικά λόγια για εκείνο. Τότε το να αγαπάμε το παιδί είναι εύκολο, αυτονόητο όπως και να του το δείχνουμε και να το νιώθει.
Τι γίνεται όμως όταν το παιδί κλαίει ασταμάτητα. Όταν συμπεριφέρεται άσχημα. Όταν μας μιλάει με ύφος ή αντιμιλάει. Όταν δεν υπακούει και πάει κόντρα σε ό,τι του πούμε. Όταν λερώνεται. Όταν έχει νεύρα και δεν ησυχάζει. Όταν θέλει να του γίνει το χατίρι και δεν τα παρατάει. Όταν δεν φέρνει καλούς βαθμούς ή δεν έχει καλές επιδόσεις. Όταν φέρνει τον εαυτό του (και τους άλλους) σε δύσκολη ή αμήχανη θέση. Πόσο εύκολο είναι τότε το να αγαπάμε και να το δείχνουμε έμπρακτα ένα παιδί;
Όσο κι αν δεν είναι ωστόσο εύκολο να του δείξουμε την αγάπη μας στη δεύτερη περίπτωση είναι ακόμα πιο σημαντικό και πιο επιβεβλημένο από την πρώτη. Όταν το παιδί έχει μια άσχημη στιγμή, όταν χάνει τον έλεγχο, όταν βγαίνει εκτός εαυτού (κι όταν βγάζει και τους άλλους εκτός εαυτού), τότε είναι που θέλει πιο πολύ την αγάπη μας. Χρειάζεται την κατανόησή μας, την εμπάθεια, την ενσυναίσθηση – να μπούμε στα παπούτσια του και να καταλάβουμε γιατί το κάνει αυτό. Δεν θέλει τιμωρία, δεν θέλει αποκλεισμό – θέλει συνέπειες, όρια, αλλά πάνω απ’ όλα έχει ανάγκη τη δική μας συνέπεια. Να νιώθει ότι είμαστε δίπλα του, όχι με τιμωρητική ή εκδικητική διάθεση – αλλά υποστηρικτική, συμπονετική, βοηθητική. Οι γονείς είναι βοηθοί, συμπαραστάτες, οδηγοί. Πρέπει να παραμένουν ψύχραιμοι. Να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους και να μην αφήνουν οποιοδήποτε αρνητικό συναίσθημα προκύψει ως αποτέλεσμα κάποιας άσχημης συμπεριφοράς του παιδιού να «καταργήσει» ή εξαφανίσει την αγάπη τους για τα παιδιά.
Η αγάπη πρέπει να είναι άδολη, απεριόριστη και ανεμπόδιστη – να μην έρχεται ως επιβράβευση, να μη στερείται ως τιμωρία – πρέπει να μην υπόκειται σε όρους και περιορισμούς ή συνθήκες. Και το παιδί πρέπει να το ξέρει και να το νιώθει παντού και πάντα ότι οι γονείς του το αγαπούν. Αυτό θα του δίνει δύναμη και να προσέχει τη συμπεριφορά του αλλά και το κυριότερο θα του βάλει τις σωστές βάσεις για να αγαπάει έτσι άδολα τον εαυτό του.