Πώς οι βρεφικές συνομιλίες μεταξύ γονέων και μωρών είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη της γλώσσας
Ο τρόπος με τον οποίο αντιδρούμε στο βάβισμα των μωρών επιδρά καταλυτικά στο μελλοντικό λεξιλόγιό τους
Από πολύ νωρίς τα μωρά έχουν την τάση, επιθυμία και ανάγκη να επικοινωνήσουν γλωσσικά με τους άλλους. Πιάνουν τους διάφορους ήχους, προσπαθούν να τους μιμηθούν και να τους αναπαράγουν. Το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους είναι τα χαριτωμένα μπα-μπα-μπα ή αααα – οι επαναλαμβανόμενοι ήχοι. Όταν μάλιστα κερδίζουν την προσοχή μας και τους απαντάμε, αρχίζει μια πολύ σημαντική διαδραστική διαδικασία. Πιστεύουμε ότι διασκεδάζουμε, αλλά αυτό που πραγματικά συμβαίνει είναι τόσο σημαντικό για το πώς τα μωρά μας μαθαίνουν να επικοινωνούν μαζί μας. Το πώς τα μωρά ακούνε τη γλώσσα έχει μεγάλο αντίκτυπο στο πώς την μαθαίνουν.
Τα εμπλέκουμε σε συνομιλίες που αποτελούνται από ήχους και φωνήματα, και μιλάμε απευθείας σε αυτά, χρησιμοποιώντας μια ξεχωριστή μορφή ομιλίας που ονομάζεται βάβισμα – γραμματική ομιλία που περιλαμβάνει πραγματικές λέξεις.
Το βάβισμα χαρακτηρίζεται από υψηλότερη προσωδία, πιο αργό ρυθμό και υπερβολικούς τόνους και περιέχει ήχους που είναι καθαρότεροι, μακρύτεροι και πιο διακριτοί μεταξύ τους, οι γονείς ακούγονται χαρούμενοι και συνήθως συνοδεύουν την επικοινωνία τους με εκφραστικά βλέμματα και μεγάλα χαμόγελα. Αυτό προσελκύει την προσοχή του μωρού, βοηθώντας το να συντονιστεί και να ανταποκριθεί. Προσπαθεί να μας μιμηθεί μέσα από την παραγωγή αντίστοιχων ήχων από το στόμα του. Ενθαρρύνοντας αυτή τη διαδικασία και συμμετέχοντας ενεργά, τα μωρά μαθαίνουν πώς να σχηματίζουν ήχους και πώς να τους ενοποιούν.
«Με νέες μελέτες αποδεικνύεται πλέον ότι οι γονείς λειτουργούν ως ένα κοινωνικό άγκιστρο για τον εγκέφαλο του μωρού – μέσα από το βάβισμα αλληλοεπιδρούν κοινωνικά και καλούν το μωρό να ανταποκριθεί», δήλωσε η Patricia Kuhl, νευροεπιστήμονας του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον.
Το βάβισμα είναι φυσικό. Ανεξάρτητα από τη γλώσσα ή τον πολιτισμό, σε όλο τον κόσμο τα μωρά επεξεργάζονται λέξεις και απορροφούν τα φωνητικά στοιχεία που τους βοηθούν να διακρίνουν και να θυμούνται ήχους. Σε μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, αποδείχθηκε ότι τα μωρά είναι τόσο καλά στην ανάλυση της διαδικασίας του βαβίσματος, που μέχρι την ηλικία των 5 μηνών αρχίζουν να παράγουν τους τρεις ήχους φωνηέντος που είναι κοινοί σε όλες τις ανθρώπινες γλώσσες – «εε» «αα» και «ου». Η πρώιμη ανταπόκριση και λεκτική αντίδραση των γονιών ενεργοποιεί το μηχανισμό απόκτησης γλωσσών (LAD) στον εγκέφαλό τους. Για να εξηγήσουμε την ενστικτώδη ικανότητά μας να αποκτήσουμε και να παράγουμε γλώσσα, το LAD είναι εκείνο που επεξεργάζεται αυτό που ακούμε και αυτό που σχηματοποιούμε σε ήχο και επαναλαμβάνουμε δεσμεύεται στη μνήμη καθώς δημιουργούνται νευρικά δίκτυα.
Φυσικά, ισχύει το ότι τα μωρά προτιμούν το βάβιμα από τη συνηθισμένη ομιλία.
Σε μια μελέτη στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, σε μωρά ηλικίας 7 και 8 μηνών δόθηκαν δύο νέες λέξεις, η μία ειπώθηκε μέσα από το βάβισμα και η άλλη μέσα από την κανονική ομιλία. Την επόμενη μέρα τα μωρά ελέγχθηκαν για να προσδιορίσουν αν μπορούσαν να διακρίνουν αυτές τις λέξεις σε μια πρόταση. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα μωρά μπόρεσαν να αναγνωρίσουν καλύτερα τις λέξεις που άκουγαν όταν οι γονείς τις ενσωμάτωναν στο βάβισμα από εκείνες που ενσωματώθηκαν στην κανονική ομιλία – και τα μωρά τις θυμόντουσαν περισσότερο.
Καθώς τα μωρά μεγαλώνουν, τα ασαφή, υπερβολικά χαρακτηριστικά του βαβίσματος γίνονται λιγότερο σημαντικά για την απόκτηση γλώσσας. Τα μωρά μετακινούνται φυσικά και εξελίσσονται από το βάβισμα στην τακτική ομιλία καθώς αναπτύσσεται το λεξιλόγιο και βελτιώνονται οι ικανότητές τους – και φυσικά τα βοηθάμε μειώνοντας έμφυτα τη χρήση των του βαβίσματος και αυξάνοντας τη χρήση της τακτικής ομιλίας με την πάροδο του χρόνου. Αυτά τα αποτελέσματα έχουν αποδειχθεί ότι παραμένουν και έχουν θετικό αντίκτυπο στην εκμάθηση γλωσσών και στα μικρά παιδιά. Τα παιδιά που έλαβαν την υψηλότερη ποσότητα βαβίσματος ως μωρά παρήγαγαν κατά μέσο όρο 400 περισσότερες λέξεις στους 33 μήνες από τα παιδιά με τη χαμηλότερη ποσότητα βαβίσματος.
Όσο πιο πολύ λοιπόν ενθαρρύνετε τη γλωσσική διάδραση με το μωρό μας και του μιλάτε με τον τρόπο του τόσο περισσότερο το ωθείτε να μιμηθεί και να εξελίξει τις γλωσσικές του δεξιότητες, βάζοντας τις βάσεις για την κατάκτηση της ομιλίας και τον εμπλουτισμό του λεξιλογίου του.
Σύμφωνα με ειδικούς λογοθεραπευτές για να ενισχύσετε τις γλωσσικές ικανότητες του μωρού σας μπορείτε να κάνετε τα εξής:
1. Να διατηρείτε οπτική επαφή κατά τη διάρκεια της αλληλεπίδρασης.
2. Να μιμείστε τους ήχους του παιδιού σας.
3. Να του λέτε μικρά τραγούδια πολύ συχνά.
4. Παίξτε παιχνίδια ήχων, όπως «κούκου- τσα».
5. Φτιάξτε τους δικούς σας ήχους και ενθαρρύνετε το παιδί σας να σας μιμηθεί. Μπορείτε, επίσης, να προσθέσετε ήχους, όταν το παιδί σας βαβίζει, π.χ. όταν λέει «μπαμπα», μπορείτε να πείτε «μπαμπαμπού».
6. Εισάγετε παιχνιδιάρικους ήχους στο παιχνίδι σας, όπως «μπαμ» όταν παίζετε με εργαλεία, «βροουουουμ» όταν παίζετε με αυτοκινητάκι, «παπαπα» όταν παίζετε με παπάκι κλπ.
7. Αλληλεπιδράστε με το παιδί σας. Κάνετε παύσεις κατά τον «διάλογο», ώστε να δώσετε την ευκαιρία στο παιδί σας να απαντήσει στην εκφορά σας πριν μιλήσετε πάλι.
8. Όταν το παιδί σας είναι ήσυχο μπορείτε να κάνετε τον αγαπημένο του ήχο και παρατηρήστε εάν θα σας μιμηθεί.
9. Απαντήστε στις προσπάθειες του παιδιού σας να επικοινωνήσει μαζί σας. Εάν δείχνει ένα αντικείμενο και παράγει έναν ήχο, δώστε του το αντικείμενο και ονομάστε το.
10. Ενθαρρύνετε το παιδί σας να μιμηθεί. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε έναν καθρέφτη και να κάνετε γκριμάτσες, ήχους, διάφορες κινήσεις με την γλώσσα, τα χείλη και να ενθαρρύνετε το παιδί σας να σας μιμηθεί. Δεν ξεχνάμε ότι κάνουμε μικρές παύσεις, ώστε το παιδί να έχει χρόνο να «απαντήσει».
11. Να μιμείστε τις κινήσεις των χεριών του, τις εκφράσεις του προσώπου του, τις κινήσεις του στόματός του. Όταν το μωρό σας χαμογελά, χαμογελάστε του κι εσείς. Όταν εκφέρει ήχους, επαναλάβετε αυτό που λέει.